Ερωτήση - Aπάντηση: Ποιες οι θέσεις του ΚΚΕ για τη νέα καπιταλιστική οικονομική κρίση;

Παρ, Ιαν 1, 2021
Thumb_Politiki_QnA_Nea_Oikonomiki_Krisi

Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της ΕΛ-ΣΤΑΤ, το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) της Ελλάδας μειώθηκε στο 9μηνο Γενάρης-Σεπτέμβρης του 2020 κατά 8,5% σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2019, ενώ σε επίπεδο έτους η μείωση αναμένεται να «πιάσει» διψήφιο ποσοστό. Αυτή η μείωση έρχεται να προστεθεί στη μεγάλη βύθιση του ΑΕΠ κατά 25% την περίοδο 2008 - 2015. Είχαν προηγηθεί 4 χρόνια στασιμότητας ή εξαιρετικά αναιμικής ανάκαμψης πριν ξεσπάσει η νέα καπιταλιστική κρίση. Αλλά και διεθνώς, τα στοιχεία δείχνουν ότι η καπιταλιστική οικονομία περνά τη μεγαλύτερη κρίση της μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Τι φταίει, τελικά, και βρισκόμαστε συνεχώς μέσα σε αυτόν τον φαύλο κύκλο; Ποια μπορεί να είναι η λύση; Ας προσπαθήσουμε να απαντήσουμε σε κάποια σχετικά ερωτήματα…

Γιατί το ΚΚΕ λέει ότι η σημερινή οικονομική κρίση δεν είναι «κρίση του κορονοϊού», αλλά κρίση του καπιταλισμού; Είναι τυχαίο ότι εκδηλώθηκε σχεδόν σε ολόκληρο τον κόσμο ταυτόχρονα με το ξέσπασμα της πανδημίας;

Κανένας λογικός άνθρωπος δεν μπορεί να αμφισβητήσει ότι το ξέσπασμα της πανδημίας έπαιξε σημαντικό ρόλο σχετικά με την κρίση που περνά η διεθνής καπιταλιστική οικονομία. Συγκεκριμένα, το «πάγωμα» ενός μέρους της οικονομικής δραστηριότητας λόγω των περιοριστικών μέτρων κοινωνικής αποστασιοποίησης, καθόρισε σε σημαντικό βαθμό το βάθος της και τον σχετικό συγχρονισμό της σε όλες σχεδόν τις σημαντικές καπιταλιστικές οικονομίες.

Αρχικά πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ότι το «φυσικό φαινόμενο» αρχίζει και τελειώνει στην ύπαρξη του ιού. Από εκεί και πέρα, η διαχείριση της πανδημίας από τις κυβερνήσεις των καπιταλιστικών κρατών δεν είναι ένας εξωγενής παράγοντας, άσχετος με το ίδιο το καπιταλιστικό σύστημα. Καθορίστηκε σε μεγάλο βαθμό από την άθλια κατάσταση των δημοσίων Συστημάτων Υγείας, από το γεγονός οτι η υγεία, τα φάρμακα, τα εμβόλια κ.λπ. στον καπιταλισμό αποτελούν εμπορεύματα γύρω από τα οποία αναπτύσσεται σφοδρός ανταγωνισμός, από την ανυπαρξία μέτρων προστασίας της υγείας σε χώρους δουλειάς και εκπαίδευσης, στα μέσα μεταφοράς κ.λπ. γιατί αυτά δεν αποφέρουν κέρδος, αντίθετα αποτελούν κόστος.

Πρέπει επίσης να σημειώσουμε ότι δεν «πάγωσε» ολόκληρη η οικονομική δραστηριότητα λόγω των lockdown, ούτε έχουν πληγεί όλοι το ίδιο. Οι περισσότερες βιομηχανίες μεταποίησης, για παράδειγμα, δεν σταμάτησαν να λειτουργούν, το εμπόριο συνεχίζεται ηλεκτρονικά, έστω και μειωμένο, ευνοώντας κυρίως τους μονοπωλιακούς ομίλους που έχουν τις αντίστοιχες υποδομές και συγκεντρώνουν όλη την «πίτα», ενώ υπάρχουν κλάδοι (π.χ. τηλεπικοινωνίες/πληροφορική) που βγαίνουν ενισχυμένοι.

Σε κάθε περίπτωση, το σημείο της αντιπαράθεσης δεν είναι αν έπαιξε ή όχι ρόλο η πανδημία, αλλά αν ήταν η αιτία της κρίσης. Αν ρίξουμε μια ματιά στα οικονομικά δεδομένα πριν την πανδημία, θα δούμε ότι τα σημάδια της κρίσης προϋπήρχαν. Σε ολόκληρο τον κόσμο κεντρικές τράπεζες είχαν γυρίσει σε αρνητικά επιτόκια, το συνολικό χρέος αυξανόταν, μεγάλοι κλάδοι της οικονομίας διεθνώς βρίσκονταν σε κρίση, όπως οι αερομεταφορές. Όλα αυτά αποτελούν σημάδια της πραγματικής αιτίας της κρίσης, που πάντα είναι η υπερσυσσώρευση κεφαλαίων τα οποία δεν βρίσκουν επενδυτική διέξοδο που να εξασφαλίζει ικανοποιητικό ποσοστό κέρδους και γι΄ αυτό λιμνάζουν, δεν «μπαίνουν» στην παραγωγή. Και αυτό συμβαίνει σαν αποτέλεσμα της φυσιολογικής λειτουργίας του καπιταλιστικού συστήματος, σαν αποτέλεσμα της ίδιας της καπιταλιστικής ανάπτυξης. Η εμφάνιση της ασθένειας COVID-19 και τα μέτρα διαχείρισής της ήρθαν να δράσουν ως καταλύτης στο ξέσπασμα μιας κρίσης που έτσι κι αλλιώς θα ερχόταν, ίσως με κάποια διαφορετικά επιμέρους χαρακτηριστικά.

Οι ίδιες οι προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ότι «η παραγωγή τόσο στη ζώνη του ευρώ όσο και στην ΕΕ δεν αναμένεται να ανακτήσει τα προ της πανδημίας επίπεδα εντός του 2022», μετά δηλαδή την αναμενόμενη λήξη της πανδημίας, αποτελεί παραδοχή ότι η αιτία της κρίσης είναι βαθύτερη.

Μήπως λύση απέναντι στην κρίση είναι να αντιμετωπιστεί η καθυστέρηση της ελληνικής οικονομίας σε τομείς όπως η ψηφιοποίηση και η πράσινη ανάπτυξη; Δεν θα βελτιωθεί έτσι και η ζωή όλων μας;

Είναι διακηρυγμένος στόχος της ΕΕ να κατευθύνει σημαντικά ποσά (πάνω από το 50%) από το περιβόητο Ταμείο Ανάκαμψης στους τομείς της λεγόμενης «πράσινης οικονομίας» και της «ψηφιακής μετάβασης». Οι επενδύσεις σε αυτούς τους τομείς παρουσιάζονται ως το φάρμακο απέναντι στην κρίση και -για να επιστρέψουμε στο πρώτο ερώτημα- αυτό αποτελεί μία έμμεση παραδοχή ότι η αιτία της κρίσης δεν είναι η πανδημία, άσχετα που οι ίδιοι άνθρωποι δεν έχουν πρόβλημα να προβάλλουν και τα δύο αυτά επιχειρήματα ταυτόχρονα…

Για να εξασφαλιστεί η λαϊκή υποστήριξη σε αυτούς τους σχεδιασμούς, η επένδυση στις «πράσινες τεχνολογίες» ντύνεται με τον μανδύα της προστασίας του περιβάλλοντος ενώ η επένδυση στον «ψηφιακό μετασχηματισμό» υποστηρίζεται ότι αποσκοπεί στη διευκόλυνση της ζωής όλων μας, με τη μείωση της γραφειοκρατίας. Η πραγματικότητα είναι ότι ο νέος παράδεισος της «πράσινης ανάπτυξης», για τον λαό σημαίνει ενεργειακή φτώχεια, φθηνή εργατική δύναμη και απολύσεις, νέους «πράσινους» φόρους, καταστροφή φυσικών τοπίων από την άμετρη ανάπτυξη ανεμογεννητριών κ.λπ. Αντίστοιχα, έχουμε δει πολλές φορές πως οι επέκταση της ψηφιοποίησης, αξιοποιείται στον καπιταλισμό για την αύξηση του βαθμού εκμετάλλευσης (βλ. τηλεργασία), την ένταση της καταστολής και της παρακολούθησης κλπ.

Η αλήθεια είναι ότι η στροφή στην «πράσινη ανάπτυξη» και την «ψηφιακή οικονομία» αποτελεί μία διεθνή, τεράστιων διαστάσεων κρατική παρέμβαση για την απόσυρση κεφαλαίων από τομείς όπου υπάρχει μεγάλη συσσώρευση και τοποθέτησή τους σε άλλους, σχετικά πιο νέους και κερδοφόρους. Αυτή η μεταβολή δεν μπορεί, όμως, σε καμία περίπτωση να απαλλάξει τον καπιταλισμό από τις κρίσεις του. Δεν είναι, άλλωστε, η πρώτη φορά που η επιλογή στήριξης συγκεκριμένων κλάδων της οικονομίας ή η προώθηση αναδιαρθρώσεων στη παραγωγή παρουσιάστηκαν ως ο τρόπος για να αντιμετωπιστούν οι κρίσεις. Παλιότερα τέτοιοι κλάδοι ήταν ο τουρισμός, οι μεταφορές, οι τηλεπικοινωνίες, γενικά η «εξωστρέφεια»... Σήμερα μπορούμε να πούμε ότι η εξωστρέφεια της ελληνικής οικονομίας, δηλαδή η μεγάλη έκθεσή της στις διεθνείς οικονομικές αναταραχές έγινε παράγοντας επιτάχυνσης της κρίσης. Αυτό που σήμερα μπορεί να εμφανίζεται ως διέξοδος για το κεφάλαιο και την καπιταλιστική οικονομία, αύριο μπορεί να είναι αιτία όξυνσης της οικονομικής κρίσης.

Αυτές οι αναδιαρθρώσεις το πολύ-πολύ να προσφέρουν στον καπιταλισμό μια «ανάσα» μερικών ετών, μέχρι το πρόβλημα της υπερσυσσώρευσης κεφαλαίου να εκδηλωθεί και στους νέους αυτούς κλάδους. Τέτοια σημάδια, άλλωστε, έχουν ήδη αρχίσει να κάνουν την εμφάνισή τους σε χώρες που αυτοί οι κλάδοι έχουν ήδη γνωρίσει σημαντική ανάπτυξη.

1084.11.1

Όπως φαίνεται από τα συγκεκριμένα παλιότερα δημοσιεύματα, το «εργαλείο» της επεκτατικής δημοσιονομικής πολιτικής δεν ανακαλύφθηκε σήμερα, ούτε αποτελεί κάποια καινοτομία, πολύ περισσότερο κάποια προοδευτική στροφή.

Στην πραγματικότητα, αυτό το οικονομικό μείγμα μετράει εκατό και πλέον χρόνια. Στοιχεία του, σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό, χρησιμοποιούν διαχρονικά οι αστικές κυβερνήσεις όταν κρίνουν ότι το απαιτεί η πορεία της καπιταλιστικής οικονομίας, ενώ άλλες φορές
περνούν σε πιο «σφιχτή» δημοσιονομική πολιτική, με μικρότερη κρατική παρέμβαση.

Το «δίλημμα» για τους εργαζόμενους είναι, τελικά, μόνο ο τρόπος και ο χρόνος που θα κληθούν να πληρώσουν την κρίση της καπιταλιστικής οικονομίας...

Δεν αποτελεί μια προοδευτική στροφή η μεγαλύτερη κρατική παρέμβαση διεθνώς σε σχέση με τη διαχείριση της προηγούμενης κρίσης;

Είναι αλήθεια ότι τόσο στην Ελλάδα όσο και σε επίπεδο ΕΕ, έχει επιλεγεί ένα πολύ πιο επεκτατικό μείγμα διαχείρισης της νέας καπιταλιστικής κρίσης σε σχέση με την αυστηρή περιοριστική πολιτική που ακολουθήθηκε στην προηγούμενη κρίση και στην Ελλάδα συμπυκνώθηκε στα «μνημόνια». Οι δημοσιονομικοί κανόνες για τα κρατικά ελλείμματα έχουν ανασταλεί προσωρινά, ενώ γίνεται προσπάθεια να υποβοηθηθούν οι επενδύσεις με κρατικές ενισχύσεις και με τα διάφορα προγράμματα της ΕΕ. Ταυτόχρονα επιδιώκουν να αποφύγουν την εκτίναξη της ανεργίας και να εξασφαλίσουν μια ορισμένη στήριξη του λαϊκού εισοδήματος και άρα της κατανάλωσης.

Από φιλελεύθερες συντηρητικές δυνάμεις, η επιλογή αυτή εμφανίζεται ως η κατάλληλη για τη συγκεκριμένη «έκτακτη κατάσταση». Από σοσιαλδημοκρατικές και οπορτουνιστικές δυνάμεις προβάλλεται ως «προοδευτική στροφή, μετά την αποτυχία του νεοφιλελευθερισμού». Είναι βέβαια, μια ειρωνεία της τύχης το ότι η ΝΔ εφαρμόζει επεκτατικές πολιτικές και ο ΣΥΡΙΖΑ της κάνει κριτική ότι δεν είναι ικανή να το κάνει γιατί «δεν τις πιστεύει» και έχει «νεοφιλελεύθερες εμμονές», ενώ μέχρι πριν 1,5 χρόνο ο ΣΥΡΙΖΑ εφάρμοζε «νεοφιλελεύθερες» πολιτικές και η ΝΔ του έκανε την ακριβώς αντίστροφη κριτική. Αποδεικνύεται ότι είναι και οι δύο κυβερνητικοί διαχειριστές των εκάστοτε προτεραιοτήτων και συμφερόντων του μεγάλου κεφαλαίου και δεν έχουν καμία απολύτως αναστολή στο να χρησιμοποιήσουν το μείγμα διαχείρισης που ταιριάζει στις εκάστοτε ανάγκες της καπιταλιστικής οικονομίας.

Τα κονδύλια της ΕΕ και οι κρατικοί πόροι δεν θα «πέσουν» γενικά και αόριστα «στην οικονομία». Η κρατική αυτή παρέμβαση έχει ξεκάθαρο ταξικό πρόσημο. Αφορά κατά βάση μεγάλες καπιταλιστικές επιχειρήσεις (βλ. «Aegean», Τράπεζα Πειραιώς, εταιρείες που διαχειρίζονται τα οδικά δίκτυα, τηλεοπτικά κανάλια κ.λπ). Επίσης, όπως ήδη αναφέραμε, θα στηρίξει τη στροφή στην «πράσινη ενέργεια» και στον «ψηφιακό μετασχηματισμό» ενισχύοντας τους αντίστοιχους μονοπωλιακούς ομίλους.

Για τους εργαζόμενους και τα λαϊκά στρώματα η κρατική στήριξη έχει πολύ συγκεκριμένα όρια. Ήδη τα 800 ευρώ μετατράπηκαν σε 534 και είναι ζήτημα μέχρι πότε θα συνεχίσουν να υπάρχουν και αυτές οι παρεμβάσεις. Το σίγουρο είναι ότι αυτοί είναι που θα πληρώσουν αύριο το κουστούμι που ράβεται σήμερα. Ήδη υπάρχουν φωνές στην ΕΕ που πιέζουν για επιστροφή στους αυστηρούς δημοσιονομικούς κανόνες και προφανώς αυτό θα γίνει με νέες περικοπές και φοροαφαίμαξη των λαϊκών στρωμάτων.

Αλλά και για την ίδια την καπιταλιστική οικονομία, η επεκτατική πολιτική, η μεγάλη κρατική παρέμβαση δεν μπορεί να αποτελεί μόνιμη λύση για τα προβλήματά της. Στην ουσία είναι και αυτή ένας τρόπος να μετατεθεί το πρόβλημα λίγο αργότερα, όταν αναπόφευκτα θα «σκάσει» με ακόμα μεγαλύτερες διαστάσεις. Για παράδειγμα στην Ελλάδα το κρατικό χρέος έχει εκτιναχθεί ήδη πάνω απ’ το 200% του ΑΕΠ και το πρόβλημα αποπληρωμής του γίνεται όλο και πιο δύσκολο, κάτι που κάθε άλλο παρά ευνοεί μια σταθερή καπιταλιστική ανάκαμψη με διάρκεια.

 

 

Οι καπιταλιστές και οι κυβερνήσεις τους έχουν εργαλεία στα χέρια τους. Κάποια από αυτά μπορούν να τους δώσουν μια «περίοδο χάριτος», κανένα όμως δεν μπορεί να απαλλάξει το σύστημα από τις αντιθέσεις του, που κάθε τόσο εκδηλώνονται με βίαιο τρόπο, με τις καπιταλιστικές κρίσεις. Το «φάρμακο» για το ένα πρόβλημα της καπιταλιστικής οικονομίας, αποτελεί «φαρμάκι» για ένα άλλο.  Οι λαοί δεν μπορούν να χάσουν άλλο χρόνο εναποθέτοντας τις ελπίδες τους στη μία ή την άλλη μορφή διαχείρισης του συστήματος. 
Μοναδικό συμφέρον τους, στην Ελλάδα και παντού, είναι να οργανώσουν ακόμα πιο δυναμικά την πάλη τους απέναντι στην επίθεση που δέχονται και θα δεχτούν στο όνομα του ξεπεράσματος της κρίσης, να οργανώσουν την αλληλεγγύη τους, στοχεύοντας ταυτόχρονα στη ρίζα του προβλήματος: το ίδιο το σάπιο καπιταλιστικό σύστημα.