ΔΙΕΡΕΥΝΗΤΙΚΕΣ ΣΥΝΟΜΙΛΙΕΣ ΤΩΝ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΝ ΕΛΛΑΔΑΣ - ΤΟΥΡΚΙΑΣ:«Διάλογος ή πόλεμος;» Όταν με την ερώτηση σου κρύβουν την απάντηση…

Δευ, Μαρ 1, 2021
Thumb_Politiki_Dialogos_Polemos

Στις 25 Γενάρη πραγματοποιήθηκε στην Κωνσταντινούπολη ο 61ος γύρος διερευνητικών συνομιλιών ανάμεσα στις κυβερνήσεις Ελλάδας και Τουρκίας, οι οποίες θα συνεχιστούν σύμφωνα με την κυβέρνηση της ΝΔ στην Αθήνα το αμέσως επόμενο διάστημα.

Το timing

Κι όμως! Η εξέλιξη αυτή προωθείται την ώρα που το τουρκικό ερευνητικό «Τσεσμέ» αλωνίζει στην καρδιά του Αιγαίου, 7 μίλια από Λήμνο και Αγιο Ευστράτιο και 10 μίλια ανατολικά της Σκύρου, αμφισβητώντας ξανά στην πράξη, το δικαίωμα της Ελλάδας για αιγιαλίτιδα ζώνη 12 ν.μ. γύρω από τα νησιά και τέμνει τον 25ο μεσημβρινό, θυμίζοντας τις αξιώσεις της τουρκικής αστικής τάξης για διχοτόμηση του πελάγους σε δύο ζώνες έρευνας και διάσωσης.

Αυτή είναι όμως μια μόνο κουκίδα στο κάδρο της συνολικής εικόνας των εξελίξεων που μπορούν να δώσουν απάντηση στο ερώτημα: γιατί τώρα τίθεται επιτακτικά το ζήτημα να τα «βρουν» Ελλάδα και Τουρκία; Όποτε τοποθετείται κάποιος αξιωματούχος της Ελληνικής κυβέρνησης, του ΝΑΤΟ, των ΗΠΑ και της ΕΕ σίγουρα θα αναφέρει πάνω κάτω τα εξής: «Πρέπει να διασφαλιστεί η σταθερότητα και η συνοχή στη Ν/Α Μεσόγειο, να αξιοποιηθεί ο πλούτος που υπάρχει προς το συμφέρον όλων».

Ποια είναι όμως η μετάφραση των παραπάνω; Οι εξελίξεις σε διεθνές επίπεδο καθορίζονται από τον σφοδρό ανταγωνισμό ανάμεσα σε ιμπεριαλιστικά κέντρα. ΗΠΑ και ΝΑΤΟ χαρακτήρισαν σε πρόσφατη σύνοδο την Κίνα και τη Ρωσία -ουσιαστικά για πρώτη φορά- ως «στρατηγικούς αντιπάλους». Διεξάγεται μια σφοδρή σύγκρουση σε όλα τα μήκη και πλάτη του κόσμου. Από τη θάλασσα της Νότιας Κίνας και τον Περσικό Κόλπο μέχρι την Αφρική. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο το ΝΑΤΟ θέλει να διασφαλίσει τη Νοτιοανατολική του πτέρυγα, δηλαδή την περιοχή μας, να «κλείσει» τις όποιες αντιπαραθέσεις ανάμεσα στους «συμμάχους», ώστε όλες οι δυνάμεις να συγκεντρωθούν στην αντιμετώπιση αυτών των «στρατηγικών αντιπάλων». Άλλωστε η Ελλάδα και η Τουρκία σαν χώρες-μέλη του συμμετέχουν από κοινού σε πλήθος στρατιωτικών ασκήσεων που αφορούν την «περικύκλωση» της Ρωσίας. Για παράδειγμα, το καλοκαίρι που οι στόλοι των δύο χωρών είχαν πάρει διάταξη πολέμου στο Αιγαίο, στη Μαύρη Θάλασσα πολεμικά πλοία τους «έπλεαν» μαζί σε τέτοιες ασκήσεις!

Επιπλέον δεν πρέπει να διαφεύγει της προσοχής μας, πως είμαστε ήδη μέσα σε μια βαθιά οικονομική κρίση. Τα πλούσια κοιτάσματα σε πετρέλαιο και φυσικό αέριο της Ανατολικής Μεσογείου, oι επενδύσεις που σχεδιάζονται και χρειάζεται να γίνουν για την εκμετάλλευση και διανομή αυτών των πόρων, αποτελούν πεδίο κλιμακούμενης σύγκρουσης ενεργειακών κολοσσών και αστικών κρατών ακριβώς γιατί τώρα τίθεται ακόμα πιο επιτακτικά η ανάγκη να βρεθεί διέξοδος για κερδοφόρες επενδύσεις.

Μέσα σε αυτά τα πλαίσια λοιπόν προχωρούν οι «διευθετήσεις ανοικτών ζητημάτων» όπως είναι οι Ελληνοτουρκικές σχέσεις το Κυπριακό κ.λπ…

Το αντικείμενο της συζήτησης

«Τι θέλετε δηλαδή, να μην συζητάμε; Δεν αποτελεί θετική εξέλιξη, βήμα προς την αποκλιμάκωση, το να κάτσουν οι δύο κυβερνήσεις στο τραπέζι του διαλόγου;» θα μπορούσε κάποιος να αναρωτηθεί σκεπτόμενος ότι οι επιλογές που υπάρχουν στο τραπέζι είναι «διάλογος ή πόλεμος». Είναι όμως αυτό το πραγματικό δίλημμα; Για να το απαντήσουμε πρέπει να δούμε τί έχει προηγηθεί σε αυτό που ονομάζεται «διπλωματία των ελληνοτουρκικών σχέσεων», αλλά και με ποια ατζέντα, ποιες θέσεις και ποιες προθέσεις κάθεται η κάθε πλευρά στο τραπέζι του διαλόγου. Όπως επίσης και το εάν Ελλάδα και Τουρκία είναι οι μόνες που κάθονται σε αυτό το τραπέζι, όπου η παρτίδα φαίνεται να παίζεται με… σημαδεμένα φύλα, και οι παίκτες σίγουρα είναι περισσότεροι από δύο.

Χωρίς να φιλοδοξούμε μία εκτενή αναφορά, θα αναφερθούμε σε ορισμένα στοιχεία. Οι διερευνητικές επαφές είναι διπλωματική πρακτική που αναπτύχθηκε για πρώτη φορά την περίοδο 2002-2004 μεταξύ Ελλάδας-Τουρκίας θέτοντας στο επίκεντρο την οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας. Ουσιαστικά πρόκειται για διμερή διάλογο που -όπως λέει και το όνομά του- διερευνά τα κοινά σημεία των δύο πλευρών και επιδιώκει την ειρηνική προσέγγιση των διαφορών. Οι συζητήσεις θεωρητικά είναι ανεπίσημες και δεν κρατιούνται κοινά πρακτικά. Ο 60ος γύρος είχε διεξαχθεί το 2016 επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ.

Οι δύο αντιπροσωπείες, όπως συχνά ακούμε από στελέχη της κυβέρνησης, ξαναπιάνουν το νήμα για τα ζητήματα υφαλοκρηπίδας αλλά και οριοθέτησης Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ) με προοπτική, στην περίπτωση διαφωνίας, την παραπομπή της διαφοράς στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Η αλήθεια βέβαια είναι ότι σε προηγούμενες διερευνητικές συνομιλίες δεν συζητήθηκε μόνο το ζήτημα των οικονομικών θαλάσσιων ζωνών αλλά και το ζήτημα των ορίων της αιγιαλίτιδας ζώνης, των χωρικών υδάτων (κυριαρχίας) και τέθηκε από την ελληνική πλευρά η θέση για «κλιμακωτή» οριοθέτηση, με μειωμένα δικαιώματα των νησιών, όπως αυτά προβλέπονται από τη Διεθνή Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας.

Το πλαίσιο

Για το πώς και με τι περιεχόμενο διεξάγονται οι επαφές, που συνεχώς αναπαράγεται στρεβλά ότι αφορά μόνο τις δύο χώρες, είναι ενδεικτικό το ποιοι τις ενθαρρύνουν, πώς ακριβώς τοποθετούνται και εύκολα μπορούμε να καταλάβουμε ότι όλοι αυτοί δεν μένουν απλά σε ένα «χτύπημα στην πλάτη» για να δώσουν κουράγιο. Έτσι, συνεχώς τοποθετούνται αξιωματούχοι της ΕΕ για την ανάγκη να «λυθούν οι διαφορές», όταν οι ίδιοι είναι που εξοπλίζουν την Τουρκία με πολεμικό υλικό, ακόμα και με αεροπλανοφόρο. Βασικός θιασώτης είναι επίσης ο νέος υπουργός εξωτερικών των ΗΠΑ Α. Μπλινκεν, που έχει κάνει ξεκάθαρο το αν… «η νέα κυβέρνηση των ΗΠΑ «απομονώνει την Τουρκία», όπως μας λένε κάποιοι, με δηλώσεις όπως «η Τουρκία παραμένει εταίρος μας σε θέματα ασφαλείας και οικονομίας». Όσο για το πώς ακριβώς μπαίνει η «ατζέντα» από το ΝΑΤΟ είναι ενδεικτική η τοποθέτηση του ΓΓ του στη Σύνοδο των Υπουργών Άμυνας της λυκοσυμμαχίας τον Φλεβάρη: «Η Τουρκία είναι σημαντικός σύμμαχος (...) Τα λιμάνια και τα αεροδρόμιά της είναι σημαντικά για τις επιχειρήσεις μας».

Η αστική τάξη της Τουρκίας, που αποτελεί τον δεύτερο μεγαλύτερο στρατό του ΝΑΤΟ, διατηρεί δυνάμεις κατοχής σε τουλάχιστον τρείς χώρες, διαθέτει στρατιωτικές βάσεις στο εξωτερικό. Ο συσχετισμός δύναμης που είχε αποτυπωθεί σε προηγούμενες ιμπεριαλιστικές συμφωνίες (π.χ. μετά τον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο), δεν την ικανοποιεί και κάνει τα πάντα για να αναθεωρηθούν, παραβιάζει Διεθνείς Συμφωνίες. Έτσι διαπραγματεύεται πολύπλευρα με ΗΠΑ-ΕΕ, έχοντας παράλληλα δυναμώσει τη συνεργασία της με τη Ρωσία.

Οι διερευνητικές, λοιπόν, διεξάγονται μέσα σε ένα πλαίσιο που η Τουρκία έχει βάλει με κάθε μέσο στο τραπέζι ένα σύνολο απαράδεκτων διεκδικήσεων, που αμφισβητεί κυριαρχικά δικαιώματα του ελληνικού λαού. Σε ένα πλαίσιο που η αστική τάξη της Ελλάδας, για τη γεωστρατηγική της αναβάθμιση συμμετέχει ενεργά σε επιθετικές ενέργειες των ΗΠΑ-ΝΑΤΟ-ΕΕ. Με τη μεγάλη εικόνα να καθορίζεται από το ότι ο ευρωατλαντισμός θα δώσει μάχη για τη διατήρηση της Τουρκίας στο «δυτικό στρατόπεδο», θα προσφέρει κατά το δυνατόν περισσότερα ανταλλάγματα για να εμποδίσει τις ρωσο-τουρκικές σχέσεις και τα ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα θα παζαρευτούν για την επίτευξη αυτού του στόχου.

Η κυβέρνηση αλλά και όλα τα αστικά κόμματα της χώρας, έχουν εκτεθεί ανεπανόρθωτα, αλλεπάλληλες φορές το τελευταίο διάστημα, στην προσπάθεια τους να αναγάγουν τους «συμμάχους» σε «σωτήρες», με τα παραπάνω παραδείγματα να αποδίδουν μόνο ένα μικρό μέρος των όσων έχουν συμβεί το τελευταίο διάστημα αλλά και διαχρονικά.

Μπορεί μέσω του διαλόγου να εξασφαλιστεί η ειρήνη;

Οι παρεμβάσεις που θέτουν το ψεύτικο δίλημμα «διάλογος ή πόλεμος» είναι σκόπιμες, προετοιμάζουν το έδαφος για απαράδεκτες παραχωρήσεις και παίζουν με τη φωτιά, γιατί ένας συμβιβασμός σε ζητήματα που αφορούν κυριαρχία (σύνορα) και κυριαρχικά δικαιώματα, θα ανοίξει ακόμα μεγαλύτερες πληγές στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, θα διαμορφώσει όρους νέων εντάσεων και «θερμών επεισοδίων».

Για να το απαντήσουμε πρέπει να έχουμε ξεκάθαρο σε ποιανού τα χέρια βρίσκεται η εξουσία στις δύο χώρες. Γιατί στην Τουρκία, όπως και στην Ελλάδα, η εξουσία βρίσκεται στα χέρια των αστικών τάξεων που έχουν συγκεκριμένες στοχεύσεις και με βάση αυτές καθορίζουν το περιεχόμενο του διμερούς διαλόγου. Χρειάζεται να λάβουμε υπόψη μας ότι η κάθε μορφή διαλόγου ανάμεσα σε αστικές τάξεις συμβαίνει στον «ειρηνικό» κόσμο που περιγράψαμε παραπάνω και στιγματίζεται από αυτόν.

Επιπλέον είναι κρίσιμο να γνωρίζουμε ότι στην πορεία του όποιου «συμβιβασμού» δεν αποκλείονται καθόλου τα επεισόδια πολεμικής εμπλοκής, ακριβώς γιατί έτσι δημιουργούνται τετελεσμένα και επιταχύνονται οι όποιες διεργασίες. Είναι χαρακτηριστικό ότι σχεδόν μετά από κάθε ελληνοτουρκική κρίση στο παρελθόν, ακολουθούσαν απαράδεκτοι συμβιβασμοί αναφορικά με τα ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα. Ας θυμηθούμε μόνο ότι μετά την κρίση των «Ιμίων» ακολούθησαν οι συμφωνίες της Μαδρίτης και του Ελσίνκι.

Οι ελληνικές κυβερνήσεις δεν είναι «αθώες του αίματος». Το ότι δεν απειλούν ανοιχτά κάποια χώρα με πόλεμο, όπως κάνει η Τουρκία, δεν καθιστά την αστική τάξη της χώρας μας υπερασπιστή της «ειρήνης». Με τη συμμετοχή της στις ιμπεριαλιστικές συμμαχίες, παζαρεύει μερτικό από τη «λεία», παλεύει με όλα τα μέσα για την γεωστρατηγική της αναβάθμιση, εμπλέκει τον λαό σε μεγάλους κινδύνους.

Ορισμένα στοιχεία της τελευταίας μόνο περιόδου είναι ενδεικτικά: Από την Κεντρική Μεσόγειο έως και τον Περσικό αυτή τη στιγμή είναι διάσπαρτα 8 πλοία του πολεμικού ναυτικού, συμμετέχοντας ουσιαστικά στην επικίνδυνη κλιμάκωση των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών. Στο λιμάνι της Αλεξανδρούπολης θα αποβιβαστεί «ο μεγαλύτερος όγκος στρατιωτικού υλικού που έχει μετακινηθεί ποτέ» για να πραγματοποιηθεί μια γιγαντιαία άσκηση περικύκλωσης της Ρωσίας. Αλήθεια τι έχει να χωρίσει η Ελλάδα με τις χώρες κατά των οποίων στρέφονται ουσιαστικά αυτές οι ασκήσεις; Πώς πρέπει να εκλάβει η νεολαία τις δηλώσεις Ρώσων και Ιρανών αξιωματούχων, ότι «αν απειληθούν, θα πλήξουν τις χώρες που έχουν στρατιωτικές βάσεις οι ΗΠΑ»; Ως πολιτική που διασφαλίζει την ειρήνη;

«Περπατάμε» σε μονόδρομο;

Η απάντηση που δίνει η ΚΝΕ στη νεολαία είναι ότι αυτή η ζοφερή κατάσταση δεν αποτελεί μονόδρομο για τους λαούς. Τι έχουν άλλωστε να χωρίσουν οι Τούρκοι εργάτες, που συχνά πυκνά τους πλακώνουν τα ορυχεία, από τους Έλληνες που τα τελευταία χρόνια μετρούν εκατοντάδες θανατηφόρα εργατικά ατυχήματα; Τι έχουν να χωρίσουν δύο λαοί με κοινές ανάγκες για υποδομές και προστασία από τα φυσικά φαινόμενα, όπως έδειξε ο πρόσφατος σεισμός σε Σάμο-Σμύρνη; Τι έχουν να χωρίσουν οι φοιτητές που και στις δύο χώρες παλεύουν με αντιλαϊκές αποφάσεις για τα πανεπιστήμια και την κρατική καταστολή;

Το ΚΚΕ δείχνει τον δρόμο, παλεύει για την ανατροπή της αστικής εξουσίας, της καπιταλιστικής βαρβαρότητας και την οικοδόμηση του σοσιαλισμού - κομμουνισμού, την εκμετάλλευση του φυσικού πλούτου με κριτήριο τις εργατικές - λαϊκές ανάγκες και την αποδέσμευση της χώρας από τις ιμπεριαλιστικές συμμαχίες, οικοδομώντας διεθνείς σχέσεις που θα στηρίζονται σε αμοιβαία επωφελείς σχέσεις με άλλα κράτη και λαούς.

Σε αυτόν τον αγώνα το Κόμμα μας συγκρούεται με την αστική τάξη, τις ΗΠΑ, το ΝΑΤΟ και την ΕΕ, την πολιτική που εμπλέκει τη χώρα στους ιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς. Χειρίζεται με ευθύνη τα σύνθετα ζητήματα που αφορούν τα κυριαρχικά δικαιώματα της χώρας, από τη σκοπιά των εργατικών - λαϊκών συμφερόντων.

Το ΚΚΕ δίνει τη μάχη για να ακυρωθεί η Ελληνοαμερικανική Συμφωνία για τις στρατιωτικές βάσεις και να ξηλωθούν, να σταματήσει η συμμετοχή ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων σε ιμπεριαλιστικές αποστολές στο εξωτερικό, αναδεικνύει την ανάγκη του σεβασμού των συνόρων και των Συνθηκών που τα έχουν καθιερώσει, καταβάλλει προσπάθειες για την κοινή πάλη των λαών.